αντιισταμινικά

αντιισταμινικά
Φάρμακα που ανήκουν σε πολλές χημικές σειρές, παράγονται συνθετικά και εμποδίζουν τη χρησιμοποίηση της ισταμίνης από τα κύτταρα του οργανισμού που είναι ευαίσθητα στη δράση αυτής της ουσίας. Κυριότερη ένδειξη των α. είναι όλες οι παθήσεις που προκαλούνται από αλλεργικούς μηχανισμούς και στις οποίες παράγεται ισταμίνη από τα σιτευτικά κύτταρα του οργανισμού. Τα α. χρησιμοποιούνται σε άτομα που προσβάλλονται από ορτικάρια, από αλλεργικό συνάχι, από πυρετό αλλεργικό από χόρτο, από ρινικό και βρογχικό άσθμα (αν και στην τελευταία αυτή ασθένεια το θεραπευτικό αποτέλεσμα είναι μερικές φορές πολύ φτωχό). Μια άλλη ένδειξη είναι οι αναφυλακτικές αντιδράσεις κατά τη θεραπεία με αντιδιφθεριτικό ή αντιτετανικό ορό. Όταν χρησιμοποιούνται σε ισχυρές δόσεις, τα α. προκαλούν ύπνο· το αποτέλεσμα αυτό το αξιοποιεί η ψυχιατρική, όπου τα α. χρησιμοποιούνται ως καταπραϋντικά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αναφυλαξία — Η υπερβολική ευαισθησία του οργανισμού σε ουσίες πρωτεϊνικής φύσης, μη τοξικές. Τον όρο α. χρησιμοποίησε πρώτος ο Σαρλ Ρομπέρ Ρισέ, το 1902. Η α. εκδηλώνεται κλινικά μόνο στην περίπτωση που μια τέτοια ουσία εισάγεται για δεύτερη φορά στον… …   Dictionary of Greek

  • ισταμίνη — Βιολογικά ενεργή αμίνη, που αποτελεί προϊόν αποκαρβοξυλίωσης του αμινοξέος ιστιδίνη. Είναι ευρέως διαδεδομένη στη φύση όπου συναντάται σε ιστούς ζώων και φυτών. Στον άνθρωπο απελευθερώνεται από τα τραυματισμένα κύτταρα μαζί με άλλες ουσίες,… …   Dictionary of Greek

  • ναφθένια — Κυκλικές οργανικές ενώσεις της τάξης των υδρογονανθράκων οι οποίες αντιστοιχούν στον γενικό τύπο CnH2n. Περιέχονται κυρίως στα πετρέλαια του Καυκάσου. Οι ενώσεις αυτές ονομάστηκαν ν. κατά το τέλος του περασμένου αιώνα από τον Ρώσο χημικό… …   Dictionary of Greek

  • κινήτωση — Παθολογική κατάσταση η οποία προκαλείται από κινήσεις που διεγείρουν παρατεταμένα τα όργανα της ισορροπίας που βρίσκονται στον υμενώδη λαβύρινθο. Προσβάλλονται ιδιαίτερα όσοι πάσχουν από νευροφυτικές διαταραχές, από πτώση των σπλάχνων, από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”